Γκαμπόν

Γκαμπόν
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκαμπόν Έκταση: 267.667 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.308.500 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Λιμπρεβίλ (541.000 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν, Α και Ν με τη Δημοκρατία του Κονγκό, ενώ Δ βρέχεται από το Ατλαντικό ωκεανό σε μήκος περίπου 800 χλμ. Οι συνοριακές γραμμές της Γ. έχουν παραμείνει οι ίδιες ακριβώς με αυτές της περιόδου που το έδαφός της αποτελούσε τμήμα της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής.Η εδαφική επικράτεια της Γ. διαιρείται σε εννέα επαρχίες (ο πληθυσμός με στοιχεία του 2002): Εστουέρ (Εstuaire, 597.200 κάτ.), Οτ-Ογκοουέ (Ηaut-Οgooue, 134.500 κάτ.), Μουαγέν-Ογκοουέ (Μoyen-Οgooue, 54.600 κάτ.), Ν’Γκουνιέ (Ν’gounie, 100.300 κάτ.), Νιάνγκα (Νyanga, 50.800 κάτ.), Ογκοουέ-Ιβίντο (Οgooue-Ιvindo, 63.000 κάτ.), Ογκοουέ-Λόλο (Οgooue-Lolo, 56.600 κάτ.), Ογκοουέ· Μαριτίμ (Οgooue-Μaritime, 126.200 κάτ.) και Γουολεού-Ν’Τεμ (Woleu-Ν’tem, 125.400 κάτ.).Επίσημη γλώσσα της Γ. είναι η γαλλική, χρησιμοποιούνται όμως και οι τρεις κυριότερες διάλεκτοι, φανγκ, εσίρα και αντούμα. Οι κάτοικοι της Γ. στην πλειονότητά τους ανήκουν στις τέσσερις φυλετικές ομάδες της εθνότητας Μπαντού: Φανγκ, Εσίρα, Μπαπούνου και Μπατέκε. Ο πληθυσμός συμπληρώνεται από Ευρωπαίους (κυρίως Γάλλους) και άλλες αφρικανικές ομάδες.Η χώρα είναι ανεξάρτητη δημοκρατία από τις 17 Αυγούστου του 1960. Αρχικά στο νεοσύστατο κράτος ίσχυε το σύνταγμα του 1961 που καθιέρωνε μονοκομματικό καθεστώς, το οποίο τροποποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1967. Το 1991 ψηφίστηκε νέο σύνταγμα σύμφωνα με το οποίο καθιερώθηκε η πολυκομματική δημοκρατία. Αρχηγός του κράτους είναι ο πρόεδρος της δημοκρατίας που εκλέγεται από τον λαό για επτά χρόνια με καθολική ψηφοφορία. Δικαίωμα ψήφου διαθέτουν μόνο όσοι συμπληρώνουν το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους. Η νομοθετική εξουσία ανήκει στην εθνοσυνέλευση, τα 120 μέλη της οποίας εκλέγονται για μία πενταετία με καθολική ψηφοφορία. Το σύνταγμα προβλέπει και δεύτερο νομοθετικό σώμα, τη γερουσία, που αποτελείται από 91 γερουσιαστές. Η εθνοσυνέλευση εγκρίνει τους νόμους, αποφασίζει για τα θέματα της δημοσιονομικής πολιτικής και ελέγχει το κυβερνητικό έργο. Η εκτελεστική εξουσία ανήκει στον πρόεδρο της δημοκρατίας και στον πρωθυπουργό, ο οποίος διορίζει το υπουργικό συμβούλιο.Στο πολιτικό σκηνικό της Γ. υπάρχουν 11 κόμματα, από τα οποία σημαντικότερο είναι το Δημοκρατικό Κόμμα της Γ. (ΔΚΓ). Κυρίαρχο κόμμα στον χώρο της αντιπολίτευσης είναι το Κόμμα Προόδου της Γ. Ακολουθούν το Αφρικανικό Φόρουμ για την Ανοικοδόμηση και ο Κύκλος των Φιλελεύθερων Αναθεωρητών. Από το 1998 αρχηγός του κράτους είναι πρόεδρος Ελ Χατζ Ομάρ Μπόνγκο, ενώ από τον Ιανουάριο του 1999 τη θέση του πρωθυπουργού κατέχει ο Ζαν-Φρανσουά Ντουτούμε Εμάνε του ΔΚΓ.Η ανώτατη δικαστική αρχή της χώρας περιλαμβάνει τρία τμήματα: δικαστικό, διοικητικό και οικονομικό. Την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας εγγυάται ο πρόεδρος της δημοκρατίας, ο οποίος προΐσταται στο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο. Στα πλαίσια του δικαιοδοτικού συστήματος λειτουργούν επίσης συνταγματικά δικαστήρια, εφετεία και πρωτοδικεία. Στη δικαιοδοσία ειδικού δικαστηρίου κρατικής ασφαλείας, εξάλλου, υπάγονται τα εγκλήματα κατά της πολιτείας.Ο πληθυσμός στη συντριπτική του πλειοψηφία πρεσβεύει τον χριστιανισμό και ειδικότερα τον καθολικισμό. Οι υπόλοιποι κάτοικοι ακολουθούν τοπικές παραδοσιακές λατρείες, ενώ υπάρχει και μία ελάχιστη μειοψηφία μουσουλμάνων (1%).Η παιδεία στη Γ. είναι υποχρεωτική μεταξύ 6 και 16 ετών. Η χώρα διαθέτει τεχνικά ιδρύματα και κολέγια. Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι το πανεπιστήμιο Ομάρ Μπόνγκο που ιδρύθηκε το 1970 και βρίσκεται στη Λιμπρεβίλ. Το ποσοστό αναλφαβητισμού των κατοίκων της Γ. είναι 37%.Την ευθύνη της άμυνας έχει ο στρατός που αποτελείται από πεζικό, ναυτικό και αεροπορία. Την ευθύνη της προστασίας του προέδρου της δημοκρατίας έχει η αποκαλούμενη Δημοκρατική Φρουρά. Το 2001 οι στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας αριθμούσαν 11.304 άτομα, ενώ οι στρατιωτικές δαπάνες αντιστοιχούσαν στο 1,6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ).Η πρόνοια στη Γ. θεωρείται αρκετά ανεπτυγμένη σε σχέση με άλλα αφρικανικά κράτη, ιδιαίτερα για τους μισθωτούς εργαζόμενους. Το 1996 στον τομέα της νοσοκομειακής περίθαλψης αναλογούσε ένας γιατρός ανά 2.176 κατ., ενώ το 2002 η βρεφική θνησιμότητα βρισκόταν στο επίπεδο των 94 θανάτων ανά 1.000 γεννήσεις.Η δημιουργία της γκαμπονεζικής ράχης οφείλεται στον σχηματισμό του μεγάλου ηπειρωτικού βαθυπέδου που καταλαμβάνεται από τη λεκάνη του Κονγκό, ως αποτέλεσμα διαδοχικών κάθετων κινήσεων, που έγιναν κυρίως ανάμεσα στο δευτερογενές και στο τριτογενές, οι οποίες έδρασαν σε ένα προϋπάρχον υψίπεδο από αρχαιοζωικά πετρώματα (την αφρικανική κρυσταλλική βάση), που υπέστησαν παλαιοζωικούς σχηματισμούς. Οι κάθετες ωθήσεις είχαν ως αποτέλεσμα να αναδυθούν μερικές ορεινές αλυσίδες που ξεχωρίζουν στην κορυφή της ίδιας της ράχης, η οποία αποτελείται από πεδινούς ορίζοντες διακοπτόμενους από ανοιχτές κοιλάδες. Η δυτική πλαγιά της ράχης κατεβαίνει βαθμιαία προς την ακτή και προπάντων προς το βαθύπεδο του Oγκοουέ. Τα παλαιοζωικά, κρυσταλλικά και μεταμορφωσιγενή πετρώματα των πιο υψηλών ζωνών διαδέχονται μερικές περιοχές –στα λοφώδη ανάγλυφα που δεσπόζουν στην ακτή– που καταλαμβάνονται από πρόσφατους ηφαιστειακούς σχηματισμούς, από εκτεταμένα στρώματα ιζηματογενών πετρωμάτων του δευτερογενούς και του τριτογενούς και, τέλος, από προσχώσεις του τεταρτογενούς, που καλύπτουν ιδιαίτερα όλη την πεδινή παράκτια λωρίδα.Το έδαφος της Γ. εκτείνεται ανάμεσα στον Ατλαντικό ωκεανό και στη ράχη που ορίζει στα ΒΔ τη λεκάνη του Κονγκό. Από μορφολογική άποψη, μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις κύριες φυσικές περιοχές: στην ακτή, στο εσωτερικό υψίπεδο και στα κεντρικά ανάγλυφα. Η παράκτια λωρίδα έχει μήκος 800 χλμ. και πλάτος από 30 έως 150 χλμ. (η τελευταία αυτή διάσταση υπάρχει μόνο στην πεδιάδα του Ογκοουέ). Από τα βόρεια σύνορα με την Ισημερινή Γουινέα μέχρι το ακρωτήριο Λοπέζ, η ακτή παρουσιάζει πολυάριθμους ευρείς κόλπους με θαυμάσια φυσικά λιμάνια, όπως το Πορτ-Ζαντίγ και η Λιμπρεβίλ. Από το ακρωτήριο Λοπέζ μέχρι τα σύνορα με το Κονγκό, αντίθετα, τα παράλια κρασπεδώνονται από αμμώδη τοιχώματα, που έχουν κυκλώσει τους αρχαίους κόλπους δημιουργώντας μια σειρά από λιμνοθάλασσες. Το εσωτερικό υψίπεδο καταλαμβάνει το μεγαλύτερο τμήμα της Γ. και αποτελεί μια περιοχή με ανοιχτά περιγράμματα, που διακόπτονται από μεμονωμένους ορεινούς όγκους και διαρρέονται από τους ποταμούς που κατεβαίνουν προς την ακτή. Η τελευταία βρίσκεται σε μέσο ύψος 400 μ. στο κεντρικό της τμήμα που σχηματίζει τη μεγάλη κόγχη του Ογκοουέ. Στις παρυφές της υψώνεται βαθμιαία περίπου στα 600 μ. Οι κεντρικές ορεινές αλυσίδες που διασχίζουν την Γ. από τα Β στα Ν, περιλαμβάνονται ανάμεσα στην παράκτια παρυφή και στο εσωτερικό βαθύπεδο του Ογκοουέ και αποτελούνται από τα Όρη του Κρυστάλλου (Μontagnes de Cristal) και από το ηφαιστειακό συγκρότημα Κουμούνα-Μπουάλι, μεταξύ του ποταμού Νγκουνιέ και της παράκτιας πεδιάδας. Οι κορυφές του συγκροτήματος ξεπερνούν σε ορισμένα σημεία τα 1.000 μ. Τέλος, οι ορεινές αλυσίδες συμπληρώνονται από την ομάδα του Σαγί, που περιλαμβάνεται στο μεγάλο τόξο του ποταμού Ογκοουέ και τον όγκο του όρους Μπιρούγκου –κοντά στα σύνορα με το Κονγκό– που παρουσιάζει κορυφές ύψους 1.000 έως 1.200 μ.Η Γ., που βρίσκεται ακριβώς πάνω στον Ισημερινό, παρουσιάζει ένα κλίμα τυπικό αυτής της θέσης. Τα κλιματολογικά δεδομένα περιλαμβάνουν άφθονες βροχοπτώσεις, υψηλά ποσοστά υγρασίας, θερμοκρασία χωρίς αξιόλογες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια του έτους και της ημέρας και σχεδόν μόνιμα σύννεφα στον ουρανό. Η θερμοκρασία δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή εξαιτίας των άφθονων βροχών και της ισχυρής υγρασίας. Μετριάζεται δε ακόμα περισσότερο στην παράκτια λωρίδα από το ψυχρό ρεύμα του Μπενγκουέλα, που προχωρεί παράλληλα με τις ακτές της Γ. μέχρι το ακρωτήριο Λοπέζ.Η Γ. στο σύνολό της παρουσιάζει ένα ενιαίο τοπίο, όπου κυριαρχεί το μεγάλο ισημερινό δάσος που καλύπτει σχεδόν όλη την έκτασή της. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην παράκτια λωρίδα και στις εσωτερικές περιοχές. Η παράκτια περιοχή, που έχει ως κέντρο τις χαμηλές γαίες, οι οποίες περιλαμβάνονται ανάμεσα στον ποταμόκολπο του Γκαμπόν και στο δέλτα του Ογκοουέ, διακόπτεται από εκτεταμένες λιμνοθάλασσες και μεγάλες λιμναίες ζώνες. Πίσω από την παράκτια περιοχή δεσπόζει το έντονο πράσινο του ισημερινού δάσους· δύσκολο στην προσπέλαση, το δάσος αυτό γειτνιάζει με τις αστικές περιοχές του Πορτ-Ζαντίγ και της Λιμπρεβίλ και κρύβει τα εκτεταμένα ξέφωτα που έχουν δημιουργηθεί από τις εταιρείες που στη ζώνη του δέλτα εξορύσσουν πετρέλαιο. Το δάσος είναι πλούσιο σε πολύτιμα είδη, προπάντων σε κόκκινο οκουμέ, διαδεδομένο μέχρι 200 χλμ. από τη θάλασσα. Νοτιότερα το δάσος αραιώνει, ενώ οι ποτάμιες πεδινές εκτάσεις παραχωρούν τη θέση τους σε χαμηλά λοφώδη ανάγλυφα, που καλύπτονται από δρυμούς ή από βλάστηση τυπική της σαβάνας. Η σαβάνα καταλαμβάνει ακόμα εκτεταμένες περιοχές των νότιων και κεντρικών υψιπέδων, αλλά στις πλαγιές του Σαγί παραχωρεί ξανά τη θέση της στο δάσος. Η κεντρική περιοχή της Γ. φιλοξενεί τον εθνικό δρυμό Οκάντα, ο οποίος, μαζί με τον δρυμό Οφουέ, αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους σταθμούς τουρισμού, κυρίως λόγω του δασικού δρόμου που –ξεκινώντας από την πόλη Λαμπαρενέ– καθιστά τις εσωτερικές περιοχές πιο προσιτές.Το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της Γ. ανήκει στην υδρογραφική λεκάνη του ποταμού Ογκοουέ, που εκβάλλει στον Ατλαντικό ωκεανό σχηματίζοντας ένα μεγάλο δέλτα. Με μήκος περίπου 1.200 χλμ., ο Ογκοουέ πηγάζει από το Κονγκό, κοντά στη Ζανάγκα. Εκτός από τον Ογκοουέ, η Γ. διαθέτει και άλλους ποταμούς που εκβάλλουν στον Ατλαντικό ωκεανό, ανάμεσα στους οποίους ο ομώνυμός της, με τον βαθύ ποταμόκολπό του στα Β, και ο ποταμός Νιάνγκα στα Ν.Οι πρώτοι κάτοικοι της Γ. υπήρξαν πιθανώς οι Πυγμαίοι, που ζούσαν μέσα στα δάση σε σκόρπιες ομάδες. Σήμερα, οι πρώτοι αυτοί πληθυσμοί εκπροσωπούνται κυρίως από τους Μπαμπίνγκα, που κατοικούν στα βόρεια τμήματα της χώρας, κοντά στα σύνορα με το Καμερούν και την Ισημερινή Γουινέα, ενώ μερικές μικρότερες ομάδες τους έχουν εγκατασταθεί στη λεκάνη του ποταμού Ογκοουέ. Οι πρώτοι ευρωπαίοι θαλασσοπόροι που έφτασαν στις ακτές της Γ., ωστόσο, μας άφησαν μαρτυρίες και για την παρουσία της εθνοτικής ομάδας Μπαντού. Ο πραγματικός εποικισμός της χώρας με Μπαντού άρχισε μεταξύ 16ου και 18ου αι. με την άφιξη των Φανγκ, οι οποίοι κατέβηκαν από τα βόρεια. Αξιόλογη διείσδυση φυλών Μπαντού (Μπαπούνου, Μπατέκε κ.ά.) παρατηρήθηκε επίσης από τον νότο και την ανατολή. Οι πληθυσμοί αυτοί εξόντωσαν τους παλαιούς αυτόχθονες, για να αναζητήσουν οι ίδιοι καταφύγιο μέσα στα δάση. Το δουλεμπόριο όμως τους αφάνισε, με αποτέλεσμα να υπερισχύσουν οι Φανγκ. Σήμερα, οι κυριότερες πληθυσμιακές ομάδες καταγωγής Μπαντού είναι οι Εσίρα (στο δέλτα του Ογκοουέ), οι Μπαπούνου, οι Αντούμα, οι Οκαντέ, οι Μπακότα, οι Ομιενέ και οι Μπατέκε.Η μικρή δημογραφική αύξηση που χαρακτήριζε στο παρελθόν τη χώρα, οφειλόταν κυρίως στις διάφορες ασθένειες των υγρών κλιμάτων του ισημερινού δάσους (κίτρινος πυρετός, μηνιγγίτιδα, ελονοσία), καθώς και στους συχνούς αποδεκατισμούς του πληθυσμού την περίοδο του δουλεμπορίου. Οι κάτοικοι της Γ. που το 1926 είχαν εκτιμηθεί περίπου σε 389.000, μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο (1950) υπολογιζόταν ότι μόλις ξεπερνούσαν τις 400.000, με υπεροχή του γυναικείου στοιχείου. Στη δεκαετία του 1960, ο πληθυσμός είχε φτάσει τις 450.000. Από το σημείο όμως αυτό και πέρα, παρατηρείται μια τεράστια διάσταση μεταξύ των πληθυσμιακών εκτιμήσεων των διεθνών οργανισμών (520.000 κάτ. το 1974) και των επίσημων πληθυσμιακών στοιχείων που έδινε η κυβέρνηση της Γ. Το 2002 ο πληθυσμός εκτιμήθηκε σε 1.308.500 κατ., με πυκνότητα 5 κάτ. ανά τ. χλμ., ετήσιο ρυθμό αύξησης του πληθυσμού της τάξεως του 1,02%, ενώ το προσδόκιμο ζωής ήταν τα 48,5 χρόνια για τους άνδρες και τα 50,7 για τις γυναίκες.Σημαντικότερα αστικά κέντρα της χώρας (οι πληθυσμοί με στοιχεία του 2002), εκτός της πρωτεύουσας Λιμπρεβίλ (Libreville, 541.000 κάτ.) είναι το Πορτ-Ζαντίγ (Ρort-Gentil, 102.100 κάτ.), η Λαμπαρενέ (Lambarene, 19.400 κάτ.) και η Μουίλα (Mouila, 21.100 κάτ.).Η μεθοδική αξιοποίηση των πηγών φυσικού πλούτου με τις οποίες είναι προικισμένη η Γ., προκάλεσε τη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της χώρας μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της. Την κύρια οικονομική ώθηση προσέφερε η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου (μαγγάνιο, ουράνιο, πετρέλαιο κ.ά.), που προστέθηκε στην αξιοποίηση των δασών της χώρας, τομέας ανεπτυγμένος ήδη από την περίοδο της αποικιοκρατίας. Κατά τη δεκαετία του 1980, εντούτοις, η χώρα αντιμετώπισε προβλήματα λόγω των διακυμάνσεων των διεθνών τιμών· η κυβέρνηση αναγκάστηκε να λάβει μέτρα μεταξύ των οποίων ήταν η αξιοποίηση πηγών πέραν του πετρελαίου και της ξυλείας (ουράνιο, χρυσός, σίδηρος και φυσικό αέριο), και η ανάπτυξη της γεωργίας. Λίγο αργότερα προχώρησε στην υποτίμηση του νομίσματός της και σε μέτρα για τον περιορισμό της διαφθοράς και των κρατικών δαπανών. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας ήταν 6.700 εκατ. δολ. ΗΠΑ το 2001 και το κατά κεφαλήν εισόδημα 5.500 δολ. Ο πληθωρισμός βρισκόταν στο επίπεδο του 1,5% ενώ η ανεργία ανερχόταν στο 21% του ενεργού πληθυσμού.Ο γεωργικός τομέας, που ως επιφάνεια καλλιεργημένης γης δεν αντιπροσωπεύει παρά μόλις το 1,7% του εδάφους της χώρας, υστερεί σημαντικά. Το έδαφος είναι αρκετά άγονο, ιδίως στα σημεία που αποψιλώθηκαν σκόπιμα για να αποδοθούν στη γεωργία, ενώ η γεωργική παραγωγή δεν είναι σε θέση να καλύψει τις εσωτερικές ανάγκες. Στη γεωργία (κυρίως στη δασοπονία) απασχολείται περίπου το 65% του ενεργού πληθυσμού. Τόσο τα είδη που απευθύνονται στην εσωτερική κατανάλωση, όσο και αυτά που προορίζονται για το διεθνές εμπόριο (καφές, κακάο, φοινικέλαιο, φιστίκια και μπανάνες) παράγονται σε πολύ περιορισμένη κλίμακα. Η δασική εκμετάλλευση, αντίθετα, είναι εξαιρετικά ανεπτυγμένη. Κάποτε αποτελούσε τον σπουδαιότερο τομέα της οικονομίας της Γ., ήδη όμως έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με την παραγωγή πετρελαίου. Τα ξύλα που προέρχονται από τα δάση της χώρας θεωρούνται ιδιαίτερα πολύτιμα και περιλαμβάνουν τα είδη οκουμέ, οζίγκο, αζομπέ και λίμπα.Οι τομείς της κτηνοτροφίας και της αλιείας έχουν ελάχιστη συνεισφορά στην εθνική οικονομία. Το ψάρεμα, ωστόσο, ευνοείται από τις εξαίρετες συνθήκες τις οποίες δημιουργούν στις ακτές τα ψυχρά ρεύματα της περιοχής, με αποτέλεσμα ο ενάλιος πλούτος να είναι αρκετά μεγάλος.Η περίοδος της αποικιοκρατίας. Πριν από την αποικιακή κατάκτηση και την εγκατάσταση των ευρωπαίων στα εδάφη τα οποία σήμερα αποτελούν την επικράτεια της Γ., οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών ήταν πολιτικά οργανωμένοι σε πολυάριθμα πριγκιπάτα, καθένα από τα οποία αντιστοιχούσε σε μία μικρή ομάδα Μπαντού. Πρώτοι έφτασαν στις ακτές της σημερινής Γ. τον 15ο αι. οι Πορτογάλοι θαλασσοπόροι· αργότερα ακολούθησαν οι Ολλανδοί, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. ο έλεγχος των ακτών της Γ. ανατέθηκε στη Γαλλία, η οποία σύμφωνα με διεθνείς συνθήκες ήταν υπεύθυνη για την κατάργηση του δουλεμπορίου. Στο διάστημα 1839-49 οι Γάλλοι έκλεισαν συμφωνίες με διάφορους τοπικούς φύλαρχους, ιδιαίτερα με τους δύο βασιλιάδες που επονομάστηκαν Διονύσιος και Λουδοβίκος. Το 1849, μετά τη σύλληψη του δουλεμπορικού πλοίου Ελίσια και την απελευθέρωση ενός αξιόλογου αριθμού σκλάβων, ο καπετάνιος Λουί-Εντουάρ Μπουέ-Βιλομέζ ίδρυσε στη δεξιά όχθη των εκβολών του ποταμού τον πυρήνα ενός καινούργιου οικισμού, ο οποίος σε ανάμνηση των γεγονότων ονομάστηκε Λιμπρεβίλ (στα γαλλικά, Ελεύθερη πόλη). Το 1888 η Γ. ενσωματώθηκε στο Γαλλικό Κονγκό και το 1910 έγινε ομόσπονδο μέλος της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής. Έκτοτε, στη χώρα δεν παρουσιάστηκε σχεδόν καμία εξέλιξη μέχρι τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Η περίοδος της ανεξαρτησίας. Κατά τη μεταπολεμική περίοδο άρχισαν σταδιακά να διαμορφώνονται και στην Γ. νέες πολιτικές συνθήκες και προοπτικές. Το 1946 η χώρα απέκτησε καθεστώς υπερπόντιου εδάφους της Γαλλίας, ενώ στις 12 Μαΐου 1957 συγκροτήθηκε το πρώτο κυβερνητικό συμβούλιο, αντιπρόεδρος του οποίου ήταν ο Λεόν Μπα, που έμελλε στη συνέχεια να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική ζωή της Γ. Μετά την έγκριση με δημοψήφισμα (28 Σεπτεμβρίου 1958) του συντάγματος που είχε προτείνει η κυβέρνηση Ντε Γκολ, η Γ. απέκτησε πλήρη εσωτερική αυτονομία. Στις 28 Νοεμβρίου 1958 ανακηρύχθηκε ημιαυτόνομη δημοκρατία στο πλαίσιο της Γαλλικής Κοινότητας. Ακολούθως, οι πολιτικές εξελίξεις οδήγησαν την Γ. στην υπογραφή μιας σειράς συνθηκών με τη γαλλική κυβέρνηση, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η διακήρυξη της πλήρους ανεξαρτησίας της χώρας (17 Αυγούστου 1960) και η απόκτηση ενός νέου συντάγματος (20 Σεπτεμβρίου 1960). Στις 12 Φεβρουαρίου 1961 ο Λεόν Μπα εξελέγη πρόεδρος της δημοκρατίας. Μετά τον θάνατό του (28 Νοεμβρίου 1967), τον διαδέχτηκε ο νεαρός αντιπρόεδρος Αλμπέρ-Μπερνάρ Μπόνγκο. Ο τελευταίος ανακοίνωσε το 1968 την εγκαθίδρυση μονοκομματικού κράτους και τη δημιουργία του Δημοκρατικού Κόμματος της Γ. Τον Φεβρουάριο του 1973, ο Μπόνγκο, μοναδικός υποψήφιος, εξελέγη με 99,6% και τον Σεπτέμβριο ανακοίνωσε την προσχώρησή του στον ισλαμισμό, υιοθετώντας το όνομα Ομάρ. Το 1979 ο Μπόνγκο εξελέγη εκ νέου για επταετή προεδρική θητεία, με ποσοστό –σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα– 99,9%, ενώ τον Μάρτιο του 1985 οι υποψήφιοι του κόμματός του απέσπασαν την πλειοψηφία των εδρών της βουλής. Ο Μπόνγκο συνέχισε να επανεκλέγεται με παρόμοια ποσοστά μέχρι το 1998, έτος της πέμπτης θητείας του. Στις αρχές του 1990, μία σειρά από απεργίες και διαδηλώσεις σπουδαστών και εργατών ήταν η απάντηση στα αυστηρά οικονομικά μέτρα λιτότητας, τα οποία έλαβε η κυβέρνηση. Κατά την περίοδο αυτή, ο Μπόνγκο ανακοίνωσε ότι θα προχωρούσε σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις και πρότεινε την αντικατάσταση του κυβερνητικού κόμματος από μία νέα πολιτική οργάνωση, που την ονόμασε Σοσιαλδημοκρατικό Συναγερμό. Για τον σκοπό αυτό, συγκάλεσε εθνική συνδιάσκεψη με τη συμμετοχή εκπροσώπων πολιτικών και κοινωνικών οργανώσεων, η οποία όμως απέρριψε τις προτάσεις του Μπόνγκο για μία μεταβατική περίοδο και ενέκρινε την άμεση εγκαθίδρυση πολυκομματικού συστήματος και τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Ο Μπόνγκο συμφώνησε και όρισε τον Καζιμίρ Όγιε Μπα νέο πρωθυπουργό, επικεφαλής μεταβατικής κυβέρνησης. Ωστόσο, ο θάνατος του ηγέτη ενός κόμματος της αντιπολίτευσης υπό ύποπτες συνθήκες, οδήγησε σε βίαιες διαδηλώσεις και καταγγελίες για εμπλοκή του Μπόνγκο στη δολοφονία. Ο πρόεδρος κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καλώντας ταυτόχρονα γαλλικά στρατεύματα για να προστατεύσουν τους περίπου 20.000 Γάλλους που ζούσαν στην Γ. Ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών του 1990 έγινε μέσα σε κλίμα βίαιων διαμαρτυριών. Η αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση για ατασθαλίες, αλλά το κόμμα του Μπόνγκο κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών και ορίστηκε νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας με επικεφαλής τον Όγιε Μπα. Η νέα κυβέρνηση προχώρησε στη σύνταξη νέου σχεδίου συντάγματος, το οποίο υιοθετήθηκε επισήμως στις αρχές του 1991. Βουλευτές της αντιπολίτευσης ζήτησαν την άμεση εφαρμογή των διατάξεων του νέου συντάγματος, ενώ κηρύχθηκε γενική απεργία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή του. Στις εκλογές που έλαβαν χώρα τον Δεκέμβριο του 1993 ο Μπόνγκο επανεξελέγη με 51,2%, ενώ ο Πολ Μπα Αμπεσόλ, ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της αντιπολίτευσης, εξασφάλισε το 26,5%. Τον Ιανουάριο του 1994 ο Μπόνγκο ανέλαβε επισήμως τα προεδρικά καθήκοντά του, αλλά λίγο αργότερα, εκτεταμένες διαδηλώσεις και απεργίες που αντιμετωπίστηκαν βίαια από τις δυνάμεις ασφαλείας, κατέληξαν στη δολοφονία δεκάδων πολιτών, σύμφωνα με την αντιπολίτευση. Κατά τη διάρκεια του 1995 οι πολιτικές εξελίξεις επικεντρώθηκαν γύρω από τη διαμάχη για τις εξουσίες της νέας εθνοσυνέλευσης εν όψει της διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών του 1996. Τον Ιούλιο του 1996 ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Γ., ανακοίνωσε την παραγραφή του χρέους της τελευταίας προς τη χώρα του, το οποίο έφτανε τα 400 εκατ. γαλλικά φράγκα, ως χειρονομία καλής θέλησης της Γαλλίας προς την πρώην αποικία της. Τις εκλογές του 1998 κέρδισε ξανά ο Μπόνγκο, συνεχίζοντας τα 31 χρόνια εξουσίας του στη χώρα. Τον Οκτώβριο του 1999 η κυβέρνηση σχημάτισε επιτροπή για την παρακολούθηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα. Έναν χρόνο αργότερα η επιτροπή πρότεινε την κατάργηση της πολυγαμίας ως απαραίτητου βήματος για τη βελτίωση της κοινωνικής θέσης των γυναικών της Γ. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου του 2001, το κυβερνητικό Δημοκρατικό Κόμμα της Γ. απέσπασε 86 έδρες διατηρώντας την πλειοψηφία του. Για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Γ. το υπουργικό συμβούλιο που σχηματίστηκε τον Ιανουάριο του 2002 συμπεριέλαβε υπουργούς από τον χώρο της αντιπολίτευσης.Η λογοτεχνία της Γ. είναι εμποτισμένη με τις προφορικές λαϊκές παραδόσεις των πολυάριθμων φυλετικών ομάδων που βρίσκονται στο έδαφός της. Οι πληθυσμοί Φανγκ εισήγαγαν από το Καμερούν το mvett, που αποτελεί ουσιαστικά τη βάση της προφορικής λογοτεχνίας της χώρας. Η λέξη δηλώνει ταυτόχρονα τον αφηγητή, το μουσικό όργανο (ένα είδος άρπας) που συνοδεύει την απαγγελία, καθώς και την ίδια την απαγγελία. Η τελευταία συνίσταται σε μακρότατες διηγήσεις προερχόμενες από τα αρχαία χρόνια. Αυτές οι προφορικές διηγήσεις μεταδίδονται από τους βάρδους, που προσπαθούν να εκφράσουν τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο θαυμαστό και τον αγώνα της ζωής για την επιβίωση. Πατριάρχης της σχολής θεωρείται ο Oγιόνο Άντα Nγκόνο και πιο σημαντικοί συνεχιστές του οι Z. Nγκουέμα, E. Eβόρο, Μ. Έκο, E. Άντα, E. Mπικόρο και N. Eνγκόνγκα. Ωστόσο, ο εκσυγχρονισμός της χώρας δεν οδήγησε στον μαρασμό την προφορική λογοτεχνία. Αντίθετα, για τη διάδοσή της φρόντισε και ο T.N. Nτουτούμε, μεταφράζοντας στη γαλλική γλώσσα πολλές διηγήσεις mvett. Μετά την ανεξαρτησία, εμφανίστηκαν λογοτεχνικά έργα στα γαλλικά, τόσο θεατρικά (Π. Nιόντα) όσο και αφηγηματικά (P. Zουτουμπάτ), με θέματα αντλημένα από την καθημερινή ζωή και τους τοπικούς μύθους. Ο πιο γνωστός συγγραφέας –και η μεγαλύτερη λογοτεχνική μορφή της δεκαετίας του 1960– ήταν ο A. Pαπόντα-Γουόκερ (1871-1969), ο οποίος συνέλεξε πλούσιο λαογραφικό υλικό και συνέγραψε ιστορικά, νομικά και θρησκευτικά δοκίμια. Τη δεκαετία του 1970, τα κενά στην εκδοτική δραστηριότητα, η έλλειψη κριτικής καθώς και η ανυπαρξία αναγνωστικού κοινού υποβάθμισαν τη λογοτεχνία της χώρας. Μια ανθολογία της λογοτεχνίας της Γ. (1975-78) ανέδειξε ωστόσο πολλούς συγγραφείς, στα έργα των οποίων κυρίαρχα θέματα είναι η επιστροφή στην παράδοση και η αγάπη για τη μητέρα-πατρίδα Αφρική. Στον πεζό λόγο εμφανίστηκαν τα κοινωνικά και ηθογραφικά μυθιστορήματα του Σ. Nταότ και της N. Pαουίρι. Στο θέατρο, οι συγγραφείς ασχολήθηκαν με θέματα που άπτονται των ηθών και της επικαιρότητας. Ανάμεσά τους ξεχώρισε η μορφή του Π. Nιόντα. Η δοκιμιογραφία αναπτύχθηκε κυρίως στους τομείς της ιστορίας (Aμπουέ-Aβάρο, Π. Πουνά), της εθνολογίας (Oβόνο), της κοινωνιολογίας και της πολιτικής. Στη δεκαετία του 1980 ο πεζός λόγος επιβλήθηκε στα άλλα λογοτεχνικά είδη με πολύ σημαντικά έργα, όπως το μυθιστόρημα Στην άκρη της σιωπής (1985) του Λοράν Oγόντο, γραμμένο σε προσωπικό, διαυγές και λυρικό ύφος. Στις αρχές του νέου αιώνα, στον τομέα του μυθιστορήματος διακρίνονται οι Oκούμπα-Nκογκέ, Σ. Nταότ, Λ.M.Mπουγέμπι, Φ. Aλόγκο-Oκέ και η Aνζέλ Pαουίρι, η οποία θεωρείται επίσης αξιόλογη ποιήτρια. Στην ποίηση ξεχωρίζει ο K. Mπεν Mονγκαρίας. Στο πεδίο του δοκιμίου άξια μνείας είναι τα έργα του Z. Pαουίρι-Mπουρού, σχετικά με την προφορική λογοτεχνία της χώρας και του Πάμπου Tσιβούντα, ο οποίος πραγματοποιεί πρωτότυπες μελέτες για τα αφρικανικά έθνη μετά την αποαποικιοποίηση.Μεταξύ των εθνικών ομάδων της Γ., οι Μπονγκουέ, παρά την αριθμητική τους υστέρηση, θεωρούν ότι αυτοί αποτελούν –μαζί με τους Γκαλόα της Λαμπαρενέ– την ελίτ του πληθυσμού της Γ. Χάρη στους Μπονγκουέ, στους Γκαλόα και γενικά στις φυλές που μιλούν τη γλώσσα ομιενέ, η Γαλλία κατάφερε να αφήσει βαθιά ίχνη στα ήθη και στη ζωή της Γ. Έτσι, στη Λαμπαρενέ, στις όχθες του μεγάλου ποταμού που διασχίζει τις περιοχές των Γκαλόα, η εικόνα που συναντά κανείς διαφέρει ελάχιστα από αυτήν της Λιμπρεβίλ: τα σπίτια, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό τους, αποτελούν –έστω και σε μικρότερη κλίμακα–απομίμηση των ευρωπαϊκών, ενώ ο ρυθμός της ζωής είναι ο ίδιος αργός και ήρεμος αποικιακός ρυθμός. Εντούτοις, το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων που χαρακτηρίζονται ομιενέ δεν έχει εξευρωπαϊστεί στον ίδιο βαθμό· οι λαοί αυτοί δεν διατηρούν πολλά από τα αυθεντικά παραδοσιακά στοιχεία του αφρικανικού τους παρελθόντος. Εκτός από τους Μπονγκουέ, στους λαούς ομιενέ ανήκουν, όπως αναφέρθηκε, και οι Γκαλόα, καθώς και οι Ορούνγκου, οι Νκόμι, οι Αγκιούμπα και οι Ενένγκα, που ζουν κυρίως στα δάση. Οπωσδήποτε, ανάμεσα στους Γκαλόα οι αφρικανικές παραδόσεις διατηρούνται πιο ζωντανές απ’ ό,τι ανάμεσα στους Μπονγκουέ. Σε ολόκληρη την περιοχή των ομιενέ, οι πληθυσμιακοί πυρήνες είναι διάσπαρτοι και απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο, γιατί τους χωρίζει το δάσος. Κάθε χωριό αντιστοιχεί σε μία πατριά. Εξαιρέσεις παρατηρούνται στις πόλεις, καθώς και σε μερικά χωριά που έχουν σχηματιστεί μέσα στα δάση, αλλά και κοντά σε ποτάμια όπου λειτουργούν πρωτόγονα ναυπηγεία. Εκεί οι ομιενέ συνυπάρχουν με άλλες φυλές, όπως οι Φανγκ και οι Σεκέ του Βορρά, οι Εσίρα και οι Μιτσόγκο των κεντρικών περιοχών, οι Μπαράμα, οι Μπαπούνου, οι Μπαλούμπο και οι Μπαβίλι των νοτιοανατολικών ζωνών. Παρά τον εξευρωπαϊσμό τους, οι ομιενέ μένουν ακόμα έντονα προσκολλημένοι στην τοπική τους πίστη. Ιδιαίτερα ανάμεσα στους Γκαλόα, η μαγεία παίζει τεράστιο ρόλο. Μια φυλή που αξίζει να αναφερθεί ξεχωριστά είναι οι Φανγκ, που κατέχουν όλο το βόρειο τμήμα της χώρας. Η κοινωνική δομή των Φανγκ στηρίζεται σε ένα καθαρά πατριαρχικό ανδροκρατικό σύστημα. Κορμοί από οκουμέ, δέντρο που προσφέρει πολύτιμο ξύλο, μεταφέρονται στις εκβολές του ποταμού Ογκοουέ (φωτ. Sef). Η πόλη Λαμπαρενέ της Γκαμπόν είναι κυρίως φημισμένη για το Iατρικό Kέντρο που είχε ιδρύσει εκεί το 1913 ο μεγάλος γιατρός και ανθρωπιστής Άλμπερτ Σβάιτσερ, το οποίο ακόμα και σήμερα προσελκύει επιστήμονες και νοσοκόμους απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Χορευτές Μπονγκουέ σε χορό προς τιμήν των προγόνων τους. Παρά την εκπληκτική κοινωνική και οικονομική εξέλιξη της χώρας, οι ανιμιστικές γιορτές και τα παλαιά έθιμα –ιδίως εκείνα που τιμούν τους νεκρούς– διατηρούνται πάντα με σεβασμό. Χαρακτηριστικό λατρευτικό προσωπείο, δείγμα εξαίρετης τοπικής λαϊκής τέχνης της Γκαμπόν. Χαρτονόμισμα των 1.000 φράγκων της Αφρικανικής Οικονομικής Κοινότητας. Εγκαταστάσεις κατεργασίας ξυλείας στο Πορτ-Ζαντίγ. Η ξυλεία αποτελεί έναν από τους βασικότερους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της Γκαμπόν. Άποψη ενός ποταμού, κοντά στη Λαστουρβίλ, στην κεντρική Γκαμπόν. Μετά την απόκτηση της ανεξαρτησίας της, η χώρα σημείωσε εκπληκτική οικονομική πρόοδο, που συνεχίζεται σταθερά χάρη στον τεράστιο ορυκτό και δασικό πλούτο της, και χάρη σε μία οικονομική πολιτική ελεύθερης συναλλαγής με τις προηγμένες χώρες. Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκαμπόν Έκταση: 267.667 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.308.500 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Λιμπρεβίλ (541.000 κάτ. το 2002)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Λιμπρεβίλ — (Libreville). Πόλη (541.000 κάτ. το 2002) της Γκαμπόν, πρωτεύουσα της επαρχίας Εστουέρ (Estuaire, 20.740 τ. χλμ., 597.200 κάτ.). Ονομάστηκε Λ. (γαλλ. Libreville = ελεύθερη πόλη) σε ανάμνηση της ιστορικής κατάκτησης του δουλεμπορικού πλοίου Ελισία …   Dictionary of Greek

  • Κονγκό, Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό Μπραζαβίλ Παλαιότερη ονομασία: Γαλλικό Κονγκό (1910 60) / Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (1960 91) Έκταση: 324.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 2.958.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπραζαβίλ… …   Dictionary of Greek

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινή Γουινέα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισημερινής Γουινέας Έκταση: 28.051 τ. χλμ. Πληθυσμός: 476.200 (2003) Πρωτεύουσα: Μαλάμπο (92.900 κάτ. το 2003)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με το Καμερούν και στα Α και Ν με την Γκαμπόν, ενώ βρέχεται …   Dictionary of Greek

  • Σβάιτσερ, Αλμπερτ — (Schweitzer). Γερμανός θεολόγος, γιατρός, μουσικός και μουσικολόγος (Κάυζερσμπεργκ, Αλσατία 1875 Λαμπαρενέ, Γκαμπόν 1965). Προτεστάντης ιεροκήρυκας (1899 1912) και απόφοιτος της προτεσταντικής θεολογικής σχολής του Στρασβούργου (1902 1912),… …   Dictionary of Greek

  • Ceremonie d'ouverture des jeux Olympiques de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie D'ouverture Des Jeux Olympiques De 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des Jeux olympiques de 2004 — La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes étaient de la styliste grecque Sophia Kokosalaki.… …   Wikipédia en Français

  • Cérémonie d'ouverture des jeux Olympiques d'été de 2004 — Cérémonie d ouverture des Jeux olympiques de 2004 La cérémonie d ouverture des JO 2004 a débuté au stade olympique d Athènes vers 20h45 locale. Elle fut conçue par le chorégraphe Dimitri Papaioannou, directeur de Omada edafous . Les costumes… …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”